Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Απόστολος Βαρνάβας, δεν ήταν μόνο ο ιδρυτής κι ο θεμελιωτής της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά και ο δραστήριος και ταπεινός εργάτης της πίστης μας, που πάντοτε λάμβανε πρωτοβουλία για την επίλυση δύσκολων εκκλησιαστικών θεμάτων, όταν οι άλλοι Απόστολοι δυσκολεύονταν να τα λύσουνε.
Καταγόταν απ' τη Σαλαμίνα της Κύπρου, αλλά η νέα θρησκεία του Εσταυρωμένου τον κάλεσε, για να γίνει ο πρώτος των εβδομήντα Αποστόλων του Χριστού και να πάρει το θαυμάσιο όνομα Βαρνάβας, που άρμοζε στον χαρακτήρα του και σήμαινε: "υιός Παρακλήσεως", δηλ. άνθρωπος που ανακουφίζει τον πόνο, προσφέροντας στον καθένα βοήθεια.
Έτσι πρέπει να εξετάσουμε τη μεγάλη μορφή του για να δούμε όχι τα λίγα που γράφτηκαν γι' αυτόν, αλλά την πλούσια δράση που έδειξε, όχι με λόγια, αλλά με έργα. Η προσφορά του αρχίζει με την παρουσίαση του Παύλου στους άλλους Αποστόλους, που είχε την τόλμη να τους πει να τον δεχθούν και να τον εμπιστευθούν, αφού κι ο Κύριος τον εξέλεξε κι όλοι υπάκουσαν στη σοφή συμβουλή του.
Ανέλαβε μετά να βοηθήσει τους πρώτους χριστιανούς στην Αντιόχεια με την ευχάριστη παρουσία του. Όμως το βαρύ έργο της οργάνωσης της εκεί Εκκλησίας, τον έκαμε ν' απευθυνθεί στον ικανό κι έμπειρο Παύλο για να τον βοηθήσει.
Έγινε από τότε ο στενός συνεργάτης του Αποστόλου των Εθνών, που το κριτήριό του διέγνωσε πρώτος τον δυναμισμό του, όταν οι άλλοι τον απορρίπταν. Βοήθησε ενεργά με τον Παύλο να μη λιμοκτονήσουν οι χριστιανοί της Ιερουσαλήμ και να επιζήσουν. Πάντοτε πρόβαλλε σαν από μηχανής Θεός και έλυε με το εφευρετικό μυαλό που διέθετε και τα πιο δύσκολα κι ακανθώδη προβλήματα.
Έτσι έφερε στην Κύπρο τον Παύλο να κηρύξει στη γενέτειρά του, γιατί ήξερε πως η ρητορική του τέχνη θα θαυματουργούσε. Έκαμε τους Κυπρίους χριστιανούς το 45 μ.Χ., αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν στην Πάφο, που ο Σέργιος Παύλος, Ρωμαίος ανθύπατος, έγινε χριστιανός με το κήρυγμα του Παύλου, γεγονός που έγινε αισθητό σ' όλη την οικουμένη.
Δεν έμεινε όμως ως εδώ η δράση του και με τον Παύλο μαζί περιοδεύσανε στην Μ. Ασία και κηρύξανε την σωτηρία του Κυρίου, στην Πέργη, Αντιόχεια, Ικόνιο, Λύστρα, Δέρβη, όπου στεριώσανε εκκλησιές και δίδαξαν πρώτοι αυτοί και σ' εθνικούς (ειδωλολάτρες).
Αντιμετώπισε τότε σοβαρό ζήτημα να παρεξηγηθεί με τον Παύλο απ' τους άλλους Αποστόλους, πως διδάξανε σε απερίτμητους. Στη Σύνοδο όμως των Ιεροσολύμων δικαιωθήκανε το 49μ.Χ. και γίνανε οι πρώτοι που είχαν το δικαίωμα να διδάσκουν και να καθοδηγούν τους εθνικούς, γίνανε δε οι διερμηνείς πια κι οι κατηχητές τους.
Πάντοτε συγκαταβατικός, υποχωρητικός, μειλίχιος κι όμως φάνηκε ανυποχώρητος στην απαίτηση του Παύλου να εγκαταλείψει τον Μάρκο απ' τη συνοδοιπορία τους. Δεν υπεχώρησε όμως στο φοβερό δίλημμα που του έθεσε ο Παύλος, αλλά βοήθησε τον ανεψιό του Μάρκο να βρει τον εαυτό του, να καταλάβει το ρόλο του κι αργότερα να μας χαρίσει ο άπειρος αυτός Απόστολος, το θαυμάσιο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο.
Πάντοτε γνωστικός, λιγόλογος, άγγιξε τις ψυχές των ανθρώπων με τη γλυκειά παρουσία του, όχι με ρητορικά σχήματα λόγου, αλλά με έργα. Ήλθε στην Κύπρο το 52 μ.Χ. όπου στέριωσε για καλά τον χριστιανισμό, έπεσε όμως θύμα της δράσης του, με λιθοβολισμό απ' τους Ιουδαίους και τάφηκε στη γενέτειρά του απ' τον Μάρκο.
Αλλά η Εκκλησία του που ίδρυσε με τόσους κόπους κλονίζεται το 477 απ' τις απαιτήσεις του Πατριάρχη Αντιοχείας, που ήθελε να την υποτάξει. Ο Απόστολος Βαρνάβας όμως επεμβαίνει με το όραμα που είδε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Ανθέμιος, όπου ο Άγιος του υπέδειξε το μέρος της ταφής του. Ο αυτοκράτορας Ζήνωνας σαν είδε το Ιερό Ευαγγέλιο και έμαθε την εύρεση του λειψάνου του Αγίου, τότε σε σύνοδο ανεγνώρισε το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου και παρεχώρησε στον Αρχιεπίσκοπό της κι άλλα βασιλικά προνόμια.
Η φιλειρηνική δράση του Αποστόλου Βαρνάβα δεν αρκέστηκε στην Αντιόχεια, Κύπρο, Μ. Ασία αλλ' έγινε πλατύτερη κι αγκάλιασε τη Ρώμη, Αλεξάνδρεια, Μεδιόλανα. Όπως λέγεται ο Απόστολος αυτός δεν ήταν μόνο "το μέγα κλέος της Κύπρου", "ο κήρυκας της Οικουμένης", "ο αρχιτέκτονας της Εκκλησίας των Αντιοχέων", αλλ' ήταν κι ο "παναληθής υπηρέτης των Αποστόλων", αυτός πού έκανε τον Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Αυτοκράτορα Ζήνωνα, να υποκύψουν και ν' αναγνωρίσουν το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου.
Δίκαια λοιπόν συγκαταριθμείται μαζί με τον Παύλο, όπως αναφέρεται στο απολυτίκιό του, "ισοστάσιος", ίσος με τους δώδεκα άλλους Αποστόλους.
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Ο Απόστολος Βαρνάβας ήταν Ιουδαίος και καταγόταν απ' τη φυλή του Λευί, απ' την οποία λαμβάνονταν οι ιερείς και οι υπηρέτες του Ναού. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» (Κεφ. δ', 36), αναφέρει πως ο Βαρνάβας ήταν Κύπριος στο γένος και αρχικά λεγόταν Ιωσής. Οι Απόστολοι όμως σαν έγινε μαθητής του Χριστού, τον μετονομάσανε Βαρνάβα, που ερμηνεύεται "Υιός Παρακλήσεως", δηλαδή γιος παρηγοριάς.
Πώλησε όλη την περιουσία του, για να μην έχει κανένα περισπασμό στη ζωή, και την έθεσε στη διάθεση των Αποστόλων. Έγινε ένας από τους εβδομήντα μαθητές του Χριστού και μάλιστα ο κορυφαίος των Αποστόλων. Συνδεόταν στενά με τον Ευαγγελιστή Μάρκο, που ήταν ανεψιός του, αφού η μητέρα του Μάρκου, ήταν αδελφή του Βαρνάβα.
Η στενή συγγενική σχέση που είχε με τη Μαρία, τον έφερε πιο κοντά στον Χριστό, γιατί ως γνωστόν η Μαρία ήταν ανάμεσα στις γυναίκες που ακολουθούσαν και διακονούσαν τον Κύριο. Το σπίτι της μάλιστα χρησιμοποιήθηκε σαν τόπος συγκέντρωσης της πρώτης Εκκλησίας και στο υπερώο αυτής της οικίας ήταν, που ο Χριστός έφαγε με τους δώδεκα μαθητές του, τελώντας τον περίφημο Μυστικό Δείπνο, όπου τους παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Ο Βαρνάβας κατείχε ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Αποστόλους, ιδιαίτερα γιατί πρόσφερε την περιουσία του στους πτωχούς κι ήταν πάντοτε για τους δυστυχισμένους ο παρήγορος άγγελός τους. Όπως δε αναφέρει γι' αυτόν ο Ευαγγελιστής Λουκάς στις "Πράξεις των Αποστόλων" (κεφ. ια΄ 23-24), "ην ανήρ αγαθός και πλήρης Πνεύματος Αγίου και πίστεως", δηλαδή ήταν άνθρωπος ενάρετος και φωτισμένος απ' το Άγιο Πνεύμα για την πίστη που ακολουθούσε.
Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ
Σαν ο Παύλος επέστρεψε στην Ορθοδοξία ύστερα από το όραμα της Δαμασκού και ήθελε στα Ιεροσόλυμα να ενωθεί με τους άλλους Αποστόλους, το πρόβλημα ήταν δύσκολο γι' αυτόν, γιατί οι μαθητές του Χριστού δυσπιστούσαν για την ξαφνική στάση του. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να τον εγκολπωθούνε, γιατί γνώριζαν την προηγούμενη διαγωγή του και τον μεγάλο φανατισμό που επέδειξε ενάντια στους Χριστιανούς.
Ο γλυκομίλητος όμως Βαρνάβας έσωσε την κατάσταση, παρέλαβε τον Παύλο, τον οδήγησε στους Αποστόλους, τους εξήγησε πως στο δρόμο της Δαμασκού είδε τον Κύριο που του μίλησε κι αυτός δέχτηκε πρόθυμα το κάλεσμα του Ιησού και πως από τότε πια ο Παύλος ανέλαβε επίσημα το βαρύ αποστολικό του έργο.
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΒΑΡΝΑΒΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ
Ύστερα από τον λιθοβολισμό του αρχιδιακόνου Στεφάνου, μερικοί Κύπριοι και Κυρηναίοι διδάξανε τη νέα Θρησκεία του Χριστού και με τη βοήθεια του Θεού, ιδρύθηκε ο πρώτος πυρήνας μιας Εκκλησίας. Σαν μάθανε το γεγονός αυτό στα Ιεροσόλυμα, τότε οι Απόστολοι απεφάσισαν να στείλουν τον Βαρνάβα στην Αντιόχεια για να ενισχύσει και οργανώσει την Εκκλησία τους.
Σαν ο Βαρνάβας αντελήφθηκε πως το έργο της οργάνωσης ήταν τεράστιο και πως καθημερινά πλήθος πιστών πύκνωνε τις τάξεις της Εκκλησίας, τότε πήγε στην Ταρσό και αναζήτησε τον Παύλο κι άρχισαν από κοινού να διδάσκουν και να σταθεροποιούν την Εκκλησία. Μείνανε στην Αντιόχεια ένα χρόνο και σχημάτισαν την πρώτη αποστολική Εκκλησία και οι ακόλουθοι του Χριστού πήρανε για πρώτη φορά το όνομα Χριστιανοί. (Πράξ. Αποστ. Κεφ. ια' 26).
Όταν ο προφήτης Άγαβος απεκάλυψε πως θα γινόταν μεγάλη πείνα σ' όλο τον κόσμο, την εποχή του Καίσαρα Κλαυδίου (41-54 μ.Χ.), ο Βαρνάβας και ο Παύλος ανέλαβαν να μεταφέρουν τη βοήθεια των χριστιανών της Αντιοχείας στα Ιεροσόλυμα, για τους πτωχούς αδελφούς τους, που γίνανε χριστιανοί και κατάγονταν από Ιουδαίους.
Η Α' ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Στη συνεργασία Βαρνάβα και Παύλου οφείλεται κι η διάδοση του Χριστιανισμού στην Κύπρο. Οι δύο φλογεροί Απόστολοι μαζί με τον Μάρκο, ανεψιό του Βαρνάβα, το 45 μ.Χ. απέπλευσαν από τη Σελεύκεια για τη Σαλαμίνα της Κύπρου, όπου κήρυξαν τη νέα θρησκεία στις συναγωγές των Ιουδαίων, που ήσαν εγκαταστημένοι εκεί από την εποχή των Πτολεμαίων.
Οι Πράξεις των Αποστόλων (Κεφ. γ' 4-5) αναφέρουν γι' αυτήν την περιοδεία τα ακόλουθα: «Ούτοι μεν ουν εκπεμφθέντες υπό του Πνεύματος του Αγίου κατήλθον εις την Σελεύκειαν, εκείθεν τε απέπλευσαν εις την Κύπρον, και γενόμενοι εν Σαλαμίνι. κατήγγελλον τον λόγον του Θεού εν ταις συναγωγαίς των Ιουδαίων, είχον δε και Ιωάννην υπηρέτην».
Η Σαλαμίνα τότε ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου, γι' αυτό διδάξανε πρώτα εδώ. Μετά προχώρησαν πεζοί στην Πάφο, που ήταν πρωτεύουσα της Κύπρου και έδρα του Ρωμαίου ανθυπάτου Σεργίου Παύλου, που ήταν συνετός άνδρας, γι' αυτό κάλεσε τους Αποστόλους να κηρύξουν τον λόγο του Θεού για να τον ακούσει. Ο Ιουδαίος Βαριησούς, που λεγόταν και Ελύμας και στα εβραϊκά σήμαινε μάγος, προσπάθησε τότε ν' απομακρύνει τον ανθύπατο ώστε να μην ακούσει το κήρυγμα.
Μα ο Παύλος, που ως τότε λεγόταν Σαύλος, εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα, στράφηκε στον Ελύμα κι αφού τον κοίταξε, του είπε: «Παιδί του διαβόλου, που είσαι γεμάτος από πονηριά και κάθε ραδιουργία, εχθρέ κάθε αρετής, δε θα παύσεις να παρουσιάζεις σαν πλανεμένους τους ίσιους δρόμους του Κυρίου; Και τώρα να, θα πέσει πάνω σου το χέρι του Θεού και θα είσαι τυφλός, μη μπορώντας να βλέπεις τον ήλιο για ένα διάστημα» (Πράξ. Αποστ. Κεφ. ιγ' 9-11). Αμέσως έπεσε γύρω του θάμπος και σκοτάδι και ζητούσε ανθρώπους για να τον κρατούν απ' το χέρι, για να τον βοηθούν να περπατά.
Σαν είδε ο ανθύπατος το θαύμα πίστεψε καθώς και πολλοί άλλοι Κύπριοι, για την αλήθεια και τη δύναμη της νέας θρησκείας.
Με το γεγονός αυτό μπήκανε οι πρώτες βάσεις του χριστιανισμού στη Κύπρο, γιατί ένας ανώτερος αξιωματούχος του Ρωμαϊκού κράτους, αποσκίρτησε απ' τις τάξεις των ειδωλολατρών. Ο Παύλος δε, εγκατέλειψε πια το εβραϊκό του όνομα Σαούλ ή Σαύλος και έλαβε οριστικά το ρωμαϊκό όνομα Παύλος, που σήμαινε μικρός. Εκεί λέγεται πως ο Παύλος ξυλοκοπήθηκε άγρια με "σαράντα παρά μία" μαστιγώσεις, όπως ήταν το ρωμαϊκό έθιμο.
ΚΗΡΥΓΜΑ ΒΑΡΝΑΒΑ ΚΑΙ ΠΕΤΡΟΥ ΣΤΗ Μ. ΑΣΙΑ
Αφού φύγανε από την Κύπρο ήλθανε και κήρυξαν στην Πέργη της Παμφυλίας, αλλά ο Μάρκος για άγνωστο λόγο τους εγκατέλειψε, πιθανό να κουράστηκε από το ταξίδι του στην Κύπρο κι επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα. Έτσι τώρα μείνανε μόνο οι δυο Απόστολοι που επισκέφθηκαν την Αντιόχεια της Πισιδίας.
Ήταν μέρα Σάββατο γι' αυτό πήγανε στη συναγωγή των Ιουδαίων. Ύστερα από την ανάγνωση του Μωσαϊκού Νόμου και των Προφητών οι αρχισυνάγωγοι τους πλησίασαν και τους ρώτησαν αν θέλουν ν' απευθυνθούν στο λαό. Τότε ο Παύλος, αφού ένευσε στον λαό να ησυχάσει, τους προέτρεψε αν φοβούνται τον Θεό ν' ακούσουνε, γιατί ο Θεός αυτός διάλεξε τους Πατριάρχες και αρχηγούς τους, τους οδήγησε ύστερα από 40 χρόνια περιπλάνηση στην έρημο πίσω στη γη Χαναάν και μετά αφού κατέστρεψε 7 έθνη τους διαμέρισε στη γη τους. Ο Θεός ακόμα τους βοήθησε κι έστειλε τους Κριτές μέχρι του Σαμουήλ του προφήτη, ύστερα τους έστειλε τους βασιλείς Σαούλ και Δαυίδ, απ' τη γενιά του οποίου γεννήθηκε ο Χριστός, ο Σωτήρας των Ιουδαίων.
Συνεχίζοντας ο Παύλος, το θεόπνευστο κήρυγμά του, τους ανέφερε πως, ο Θεός έστειλε πριν από τον Χριστό τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, που ετοίμασε τον δρόμο για να διδάξει ο Χριστός. Τους τόνισε ακόμα να μη περιφρονήσουν το κήρυγμά τους, για να μην επαληθεύσουνε γι' αυτούς τα λόγια των Προφητών, πως όποιοι απορρίψουνε τη διδασκαλία του για τα θαυμαστά έργα του Κυρίου, αν κάποιος τους τα εξιστορήσει, αυτοί θα εξολοθρευθούνε απ' αυτόν.
Τα λόγια του Παύλου εντυπωσίασαν τους ακροατές του που ζήτησαν από τους δύο Αποστόλους το επόμενο Σάββατο πάλιν να κηρύξουν στη συναγωγή τους. Πολλοί από τους Ιουδαίους και τους ευσεβείς προσηλύτους που φύγανε από τον Ιουδαϊσμό, πίστευσαν στον Παύλο και στον Βαρνάβα και προτρέπανε όλους αυτούς να μένουνε σταθεροί στη νέα πίστη τους.
Το άλλο Σάββατο όλη η πόλη μαζεύτηκε στη συναγωγή της Αντιοχείας της Πισιδίας, για ν' ακούσουν το λόγο του Θεού. Μερικοί όμως φανατικοί Ιουδαίοι φέραν αντιρρήσεις στο κήρυγμα του Παύλου. Τότε ο Παύλος κι ο Βαρνάβας, μίλησαν με θάρρος σ' αυτούς και είπαν πως, ήλθαν να κηρύξουν πρώτα σ' αυτούς το λόγο του Θεού, επειδή όμως δεν τον αφήνουν να φυτρώσει μέσα τους και δεν κρίνανε τον εαυτό τους άξιο σωτηρίας, τότε, απευθύνουνε τη διδασκαλία τους στους ειδωλολάτρες, όπως τους παρήγγειλε ο Κύριος. Αφού άκουσαν αυτά τα λόγια των Αποστόλων οι ειδωλολάτρες χάρηκαν και πίστευσαν στον αληθινό Θεό.
Αρκετοί όμως αμετάπειστοι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν διωγμό και παρακινώντας τις ευσεβείς γυναίκες και τους πρώτους άρχοντες της πόλης, ανάγκασαν τους δύο Αποστόλους να φύγουν απ' τα σύνορα της πόλης τους. Τότε οι Απόστολοι φύγανε και με αγανάκτηση από την πράξη τους, τινάξανε από τα πόδια τους κι αυτήν την σκόνη ακόμα που είχανε τα πέδιλά τους.
Απ' την Αντιόχεια φθάσανε στο Ικόνιο, όπου δίδαξαν στη συναγωγή. Το κήρυγμά τους σημείωσε τόση επιτυχία, ώστε πιστεύσανε πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί, ανάμεσα στους οποίους ήταν και η πρωτομάρτυς Θέκλα.
Στην πόλη αυτή, αρκετό διάστημα μείνανε και διδάσκανε, αλλά και πάλι οι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν το λαό, που χωρίστηκε έτσι σε δύο μέρη, με τους υποστηρικτές των Αποστόλων και εκείνους που ήταν με τους φανατικούς Ιουδαίους. Σαν αντελήφθησαν πια, πως ο αναβρασμός μεγάλωνε και πως σχεδίαζαν να τους λιθοβολήσουν, κατέφυγαν στις πόλεις της Λυκαονίας, Λύστρα και Δέρβη και στα περίχωρά τους και άρχισαν πάλι να διδάσκουν.
Σαν δίδασκαν στα Λύστρα ανάμεσα στο πλήθος των ακροατών τους, ήταν και ένας άντρας χωλός με αδύνατα πόδια, που δεν περπάτησε ποτέ κι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούσε με προσοχή το κήρυγμα του Παύλου. Ο Παύλος είδε τη μεγάλη πίστη του, γι' αυτό του φώναξε: «σήκω και περπάτα». Κι αμέσως το θαύμα έγινε. Τα πλήθη τότε σαν είδαν τον χωλό να περπατά ανάμεσά τους, άρχισαν να φωνάζουν πως οι θεοί πήρανε μορφή ανθρώπων και κατέβηκαν στην γη.
Ονόμασαν τότε τον Βαρνάβα Δία, γιατί ήταν επιβλητικός και μεγαλοπρεπής στο ανάστημα και τον Παύλο Ερμή, γιατί μιλούσε συχνά, ενώ ο Βαρνάβας ήταν ολιγόλογος. Ο ιερέας μάλιστα του Δία, που ο ναός του βρισκόταν στο μπροστινό μέρος της πόλης, έφερε ταύρους για να θυσιάσει για χάρη των Αποστόλων που τους θεωρούσαν για θεούς ως και στεφάνια ακόμα, που στεφάνωναν τα ζώα, σαν τα θυσίαζαν.
Όταν είδαν αυτή την ειδωλολατρική πράξη του ιερέα, ξεσχίσανε τα ρούχα τους σαν διαμαρτυρία, όπως ήταν συνήθεια της εποχής κι αφού εισχωρήσανε στο μέσον του λαού, φώναξαν, γιατί τα κάνουνε όλα αυτά, αφού κι οι ίδιοι είναι άνθρωποι του Θεού, όπως κι αυτοί. Τους τονίσανε πάλι να εγκαταλείψουν τα άψυχα είδωλα και να επιστρέψουν στον αληθινό Θεό, που είναι ο δημιουργός όλου του κόσμου, που καθημερινά βλέπουνε.
Σαν αποφύγανε τη βδελυρά θυσία, νέα συμφορά βρήκε τους Αποστόλους. Ήλθαν φανατικοί Ιουδαίοι απ' την Αντιόχεια και το Ικόνιο και πείσανε το πλήθος να λιθοβολήσει τον Παύλο. Όταν τελείωσε ο λιθοβολισμός, επειδή νόμισαν πως πέθανε, τον σύρανε έξω από την πόλη. Οι πιστοί μαθητές του όμως τον βρήκανε κι αφού τον σήκωσαν πάνω τον οδήγησαν στην πόλη. Την επόμενη μέρα όμως, οι δύο Απόστολοι αναχώρησαν για τη Δέρβη.
Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΟΡΓΑΝΩΝΟΥΝ ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΠΟΥ ΙΔΡΥΣΑΝ
Αφού διδάξανε στη Δέρβη και πίστευσαν αρκετοί στο Ευαγγέλιο της σωτηρίας, επέστρεψαν πάλι στα Λύστρα, στο Ικόνιο και την Αντιόχεια. Παντού όπου πήγαν ενθάρρυναν τους χριστιανούς να μείνουν σταθεροί στην πίστη τους και τους τόνισαν, πως πρέπει πολύ να υποφέρουν για να σώσουν την ψυχή τους.
Στα μέρη απ' όπου περνούσαν χειροτονήσανε πρεσβυτέρους για κάθε εκκλησία κι αφού προσευχήθηκαν στον Κύριο να τους βοηθήσει, τους υποδείξανε να μένουν πιστοί σ' Αυτόν που έχουν πιστεύσει. Αφού πέρασαν απ' την Πισιδία, φθάσανε στην Πέργη της Παμφυλίας, όπου κηρύξανε τον λόγο του Θεού. Μετά κατέβηκαν στην Αττάλεια και φθάσανε στην Αντιόχεια, όπου διηγήθηκαν στους χριστιανούς, όσα έκαμε ο Θεός με το κήρυγμά τους και πως άνοιξε ο Θεός για τους εθνικούς μια πραγματική πύλη πίστης.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ
Με την προσέλευση των ειδωλολατρών προέκυψε ένα σοβαρό ζήτημα, γιατί μερικοί από τους Φαρισαίους διδάσκανε, πως για να σωθούν όσοι προσέρχονταν στον χριστιανισμό, έπρεπε να περιτέμνονται, όπως διέτασσε κι ο Μωσαϊκός νόμος. Αυτό όμως δημιούργησε σοβαρή συζήτηση του Βαρνάβα και Παύλου, μ' αυτούς, που διαδίδανε τη γνώμη αυτή. Έτσι, αποφάσισαν να μεταβούνε στα Ιεροσόλυμα ο Βαρνάβας, ο Παύλος και μερικοί άλλοι χριστιανοί, για να συζητήσουν το ζήτημα τούτο με τους Αποστόλους και πρεσβυτέρους.
Ύστερα από αρκετή συζήτηση μεταξύ τους, ο Πέτρος που ήταν κι ο κορυφαίος των Αποστόλων, εξέθεσε σ' όλους πως ο Θεός δεν έκαμε καμμιά διάκριση για να δεχθούν όλοι το κοσμοσωτήριο κήρυγμά του και τώρα πώς αυτοί θα τους επέβαλλαν νέες απαγορεύσεις; Έτσι εξελέγη μια επιτροπή από έξι άνδρες μεταξύ των οποίων ήταν ο Βαρνάβας κι ο Παύλος για να μεταφέρουν επιστολή στους αδελφούς τους, πριν εθνικούς στην Αντιόχεια, Συρία και Κιλικία.
Η επιστολή ανέφερε πως οι Απόστολοι λυπούνται, γιατί μερικοί τους σκανδαλίζουν με το θέμα αυτό, και τους προτρέπουν να δεχθούν τις οδηγίες, που στέλνουνε μαζί με τον Βαρνάβα και τον Παύλο, που αφιέρωσαν τη ζωή τους για τον Κύριο.
Πριν να φύγουν από τα Ιεροσόλυμα, πληροφόρησαν τους Αποστόλους για το θεάρεστο έργο που επιτέλεσαν στην Λυκαονία καί Παμφυλία και χάρηκαν όλοι για όσα ο Θεός πραγματοποίησε δια μέσου των Αποστόλων αυτών. Φέρανε στην Αντιόχεια την επιστολή των Αποστόλων, που διελάμβανε να μη περιτέμνονται οι χριστιανοί, να μη τρώνε πνικτό και ειδωλόθυτο κρέας, ακόμα δε ν' απέχουν από την πορνεία.
ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Ο Βαρνάβας κι ο Παύλος μείνανε στην Αντιόχεια λίγες μέρες και διδάσκανε τον λόγο του Θεού. Ύστερα από λίγες μέρες ο Παύλος είπε στον Βαρνάβα να επισκεφθούν τις πόλεις που κηρύξανε τον χριστιανισμό στη Μ. Ασία, για να δουν πώς πραγματικά παν εκεί οι χριστιανοί.
Παρουσιάστηκε τότε μια διαφωνία ανάμεσα στον Βαρνάβα και Παύλο, γιατί ο Βαρνάβας ήθελε να πάρουν μαζί τους στην περιοδεία και τον ανεψιό του Μάρκο, ενώ ο Παύλος διαφωνούσε, γιατί τους εγκατέλειψε στην Πέργη της Παμφυλίας αφήνοντάς τους μόνους. Έτσι χωρίσθηκαν οι δύο Απόστολοι και ο Παύλος πήρε μαζί του τον Σίλα και περιόδευσε τη Συρία και Κιλικία, ο δε Βαρνάβας απέπλευσε για την Κύπρο μαζί με τον Μάρκο.
Β' ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Σαν ήλθε στην Κύπρο ο Βαρνάβας, έγινε ο πρώτος επίσκοπος στη Σαλαμίνα. Αμέσως χειροτόνησε και άλλους επισκόπους σε μεγάλα κέντρα του νησιού για την εξάπλωση του χριστιανισμού. Στο Κίτιο χειροτονήθηκε επίσκοπος ο Άγιος Λάζαρος, ο τετραήμερος φίλος του Χριστού, που ποίμασε για δεκαοχτώ χρόνια την Εκκλησία του, στην Ταμασό, τον Άγιο Ηρακλείδιο, στην Αμαθούντα τον Μνημόνιο και στους Σόλους τον Αυξίβιον. Ο Φιλάγριος χρημάτισε επίσκοπος Κουρίου, ο Τυχικός μνημονεύεται σαν επίσκοπος Νεάπολης (Λεμεσού), ο Αρίστων επίσκοπος Αρσινόης (πόλης της Χρυσοχού), ο Επαφράς, ο Τίμωνας και ο Μνάσωνας σε άλλες πόλεις της Κύπρου.
Ο Βαρνάβας σαν επισκέφθηκε την Ταμασό, παρακίνησε τον άγιο Ηρακλείδιο να κτίσει ναούς στο νησί και να φροντίσει να χειροτονεί πρεσβυτέρους για τις ανάγκες των εκκλησιών. Ποτέ του δεν επιβάρυνε κανένα για τη συντήρησή του και τις προσωπικές του ανάγκες, όπως και της συνοδείας του. Πάντοτε εργαζότανε, όπως και ο Παύλος, για να κερδίσει τον επιούσιό του (Κοριν. Α' Κεφ. η' 7).
Ο Απόστολος Βαρνάβας, σύμφωνα με τις παραδόσεις, επεξέτεινε το αποστολικό έργο του και εκτός Κύπρου και κήρυξε στην Αλεξάνδρεια, Ρώμη και Μεδιόλανα της Βορείου Ιταλίας. Λέγεται μάλιστα ότι χειροτόνησε επίσκοπο Ρώμης τον Κλήμη.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ
O Βαρνάβας και o Παύλος ήταν οι μόνοι Απόστολοι που είχαν το δικαίωμα να κηρύττουν στους εθνικούς (απεριτμήτους), ενώ οι άλλοι Απόστολοι στους Ιουδαίους, που κάνανε περιτομή. Γι' αυτό ο Βαρνάβας ήλθε στη γενέτειρά του Σαλαμίνα για να διδάξει, όπως και σ' όλη την Κύπρο. Όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς επειδή κηρύττανε τον Χριστό στους Ιουδαίους αυτό το θεωρούσανε μωρία και σκάνδαλο γι' αυτούς, ενώ για τους προσκεκλημένους Ιουδαίους και Έλληνες δύναμη και απόκτηση της σοφίας του Θεού.
Ο Βαρνάβας συνέχιζε στη Σαλαμίνα να διδάσκει τον Εσταυρωμένο Χριστό κι αυτό ερέθιζε τους Ιουδαίους, που μια μέρα πια γεμάτοι από μανία και πάθος, τον δέσανε με σχοινί απ' τον τράχηλο και τον σύρανε έξω από την πόλη. Εκεί τον λιθοβόλησαν στις 11 Ιουνίου και παρέδωσαν στη φωτιά το σώμα του, που ευτυχώς έμεινε ανέπαφο. Το ιερό λείψανό του σαν νύκτωσε το παρέλαβε κρυφά απ' τους Ιουδαίους ο ανεψιός του Μάρκος, μαζί με τον Μνάσωνα και άλλους χριστιανούς και το θάψανε σε υπόγειο τάφο, που για να τον βρεις κατεβαίνεις ένα στενό διάδρομο με 14 σκαλοπάτια, μετά βρίσκεις ένα προθάλαμο και πιο μέσα άλλο θάλαμο μικρότερο. Πάνω στο στήθος του Αγίου τοποθετήσανε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, που έγραψε ο Βαρνάβας με τα ίδια του τα χέρια.
Ο μαρτυρικός θάνατος του Βαρνάβα συνέβηκε το 57 μ.Χ. και με τη θυσία του έγινε ο ιδρυτής κι ο θεμελιωτής της Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο Μάρκος κατάμονος και θλιμμένος από τον σκληρό θάνατο που βρήκε ο θείος του, πεζός φτάνει στο Λιμνίτη απ' όπου με πλοίο έφθασε στην Έφεσο, όπου ανήγγειλε στον Παύλο τον χαμό του αξιολάτρευτου συνεργάτη τους. Τότε κι οι δύο μαζί χύσανε πικρά δάκρυα. Το μέρος που τάφηκε ο Άγιος έγινε "τόπος ίασης" για όσους περνούσανε άρρωστοι από εκεί.
Η ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ
Η Εκκλησία της Κύπρου στην αρχή της ίδρυσής της απ' τον Απόστολο Βαρνάβα, προσπάθησε να τηρήσει την ανεξαρτησία της απ' τον κόμητα της Ανατολής, που είχε έδρα του την Αντιόχεια. Απ' το παρελθόν θέλανε οι Πατριάρχες της Αντιοχείας να υποδουλώσουν θρησκευτικά την Εκκλησία της Κύπρου και προβάλλανε τον ισχυρισμό, πως απ' εδώ ξεκίνησαν οι Απόστολοι για να κηρύξουν τον χριστιανισμό στην Κύπρο. Την απαίτησή τους αυτή ανακοινώσανε και στον Πάπα της Ρώμης, που χωρίς να εξετάσει βαθύτερα το ζήτημα, έγραψε στους Κυπρίους να συμμορφωθούν. Οι Κύπριοι όμως, είτε γιατί έπεισαν τον Πάπα, είτε γιατί θέλανε να είναι ελεύθεροι από κάθε παρέμβαση, δεν υποκύψανε.
Ο Πατριάρχης όμως της Αντιοχείας δεν αρκέστηκε στα λόγια, αλλά προχώρησε και στις απειλές και σαν πέθανε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, έπεισε τον κόμητα της Ανατολής ν' απαγορεύσει στους Κυπρίους να εκλέξουνε νέο Αρχιεπίσκοπο, μέχρις ότου το ζήτημά τους συζητηθεί στην Γ' Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στην Έφεσο το 431. Οι Κύπριοι όμως παρεγνώρισαν την απαγόρευση, εξέλεξαν νέο Αρχιεπίσκοπο και σαν έγινε η Σύνοδος στην Έφεσο, πήγανε με τέσσερις άλλους Επισκόπους, για να υποστηρίξουν την υπόθεσή τους.
Η Σύνοδος αυτή εξέτασε με πολλή προσοχή το δίκαιο των Κυπρίων Επισκόπων και ανεγνώρισε πως η Εκκλησία της Κύπρου ήτανε ανεξάρτητη και αυτοδιοίκητη. Παρόλο όμως που η Σύνοδος δικαίωσε τους Κυπρίους Επισκόπους, ο Πατριάρχης της Αντιοχείας δεν έπαυσε να διεκδικεί όπως ελέγχει την Εκκλησία της Κύπρου και να θέλει να χειροτονεί μόνον αυτός τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου.
Το ζήτημα αυτό της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Εκκλησίας, άρχισε να παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις, όταν Πατριάρχης Αντιοχείας ήταν ο Πέτρος Κναφεύς, που επανήλθε στο γνωστό ισχυρισμό των Αντιοχέων, πως οι Κύπριοι λάβανε την πίστη και τον χριστιανισμό απ' την πόλη τους. Στην απαίτησή τους αυτή υποστηρίζονταν και απ' τον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ζήνωνα (475-491). Έτσι η ανεξαρτησία της Κύπρου κινδύνευε αυτή τη φορά, από δύο μονοφυσίτες Ευτυχιανούς, τον Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης. Στη δύσκολη αυτή στιγμή επενέβηκε για να βάλει στη θέση τους τα πράγματα η θεία πρόνοια με το παρακάτω θαυμαστό γεγονός.
Ο Απόστολος Βαρνάβας παρουσιάστηκε στον ύπνο του Αρχιεπισκόπου της Σαλαμίνας Ανθεμίου και του αποκάλυψε, πως θα βρει το λείψανό του μέσα σε τάφο, με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στο στήθος του, αφού σκάψει κάτω από μια χαρουπιά. Ο Απόστολος ακόμα του τόνισε πως αν οι αντίπαλοί του λένε πως ο Θρόνος της Αντιοχείας είναι Αποστολικός, να πει κι αυτός πως κι η Εκκλησία της Κύπρου είναι Αποστολική, γιατί έχει δικό της Απόστολο.
Πραγματικά την άλλη μέρα ο Ανθέμιος, αφού τέλεσε λειτουργία με αρχιερείς στον καθορισμένο τόπο, σκάψανε κάτω από τη χαρουπιά και βρήκανε τον τάφο του Αγίου, απ' όπου έβγαινε θαυμάσια ευωδία. Πάνω στο λείψανο δε του Αγίου υπήρχε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, που έγραψε ο ίδιος με τα χέρια του. Έτσι με την εύρεση λειψάνου του Αποστόλου Βαρνάβα επαλήθευσε το όραμα του Ανθεμίου.
ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
Ο Ανθέμιος αφού παρέλαβε το Ιερό Ευαγγέλιο σαν τεκμήριο, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιάστηκε στον Αυτοκράτορα Ζήνωνα, που μόλις είδε το ιερό κειμήλιο χάρηκε πολύ. Τότε ο Ανθέμιος πρόσφερε σαν δώρο το Ιερό Ευαγγέλιο στον Ζήνωνα, που το κατέθεσε στο παρεκκλήσι του Αγίου Στεφάνου, που βρισκόταν στην αυλή του παλατιού του κι ο αυτοκράτορας διέταξε να αναγινώσκεται κάθε χρόνο τη Μεγάλη Παρασκευή.
Αμέσως ο Αυτοκράτορας συνεκάλεσε τη Σύνοδο που είχε εργασίες εκείνες τις μέρες και τους έδειξε το Ιερό Ευαγγέλιο. Όλοι τους κατελήφθησαν από μεγάλη συγκίνηση, οι δε Αντιοχείς που βρίσκονταν στη Σύνοδο, φύγανε ντροπιασμένοι απ' τη συνεδρίαση. Τότε η Σύνοδος ομόφωνα ανεγνώρισε πως η Εκκλησία της Κύπρου είναι αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη, κι έπαυσε πια να εξαρτάται από την Εκκλησία της Αντιοχείας.
Ο Αυτοκράτορας Ζήνωνας έκανε κι αυτός με τη σειρά του μια ευγενικιά και γενναιόδωρη χειρονομία και παρεχώρησε στον κατά καιρούς Αρχιεπίσκοπο Κύπρου τέσσερα βασιλικά προνόμια:
1) Να υπογράφει με κόκκινο μελάνι.
2) Να φορεί ερυθρό μανδύα, όπως οι αυτοκράτορες.
3) Να κρατεί σκήπτρο βασιλικό, αντί ποιμαντορική ράβδο και
4) Να κάθεται σε Οικουμενικές Συνόδους στην πέμπτη θέση ύστερα απ' τους τέσσερις Πατριάρχες.
Τα προνόμια αυτά η Εκκλησία του Αποστόλου Βαρνάβα τα φυλάττει σα κόρη οφθαλμού μέχρι σήμερα.&a